cover-6

Post Apocalyptic Καραντίνα

Παντελής Φλατσούσης



Δεν είναι και πολύ εύκολο  να γράψεις κάτι γι' αυτές τις μέρες. Η αίσθησή μου είναι, πως θα χρειαστεί κάποιον χρόνο για να καταλάβουμε τι συμβαίνει τώρα. Και βέβαια δεν ξέρουμε και πώς θα είναι το μετά. Θα είναι τελείως διαφορετικό; Ίσως ναι, αλλά μπορεί αυτό να το λέμε γιατί αυτό που τώρα ζούμε είναι πολύ διαφορετικό. Νομίζω, το βασικότερο και το καλύτερο που κανείς μπορεί να πει τώρα είναι ότι δεν ξέρουμε απολύτως τίποτα.

Πάντως πέρα από το πόσο πρωτόγνωρες είναι αυτές οι καταστάσεις (αν και το distancing δεν είναι και πολύ καινούριο, το ότι είναι αναγκαστικό είναι η διαφορά) και πόσο δύσκολο φαίνεται το μέλλον κοινωνικά, οικονομικά κλπ. αρχίζει και γίνεται σαφές, ότι και για σήμερα, και για μετά χρειαζόμαστε νέες κοινωνικές σχέσεις αλληλεγγύης βασισμένες πάνω στην ευαλωτότητα και την τρωτότητα ως ένα κοινό. Όχι ως ηττοπάθεια. Ως νέος τρόπος συνάντησης, που μπορεί να δημιουργήσει νέους κοινωνικούς συσχετισμούς και πιθανότατα και νέους τρόπους διεκδίκησης των κοινών μέσα από αυτό που μας κάνει απόλυτα ευάλωτους. Και ίσως, έτσι, μπορούμε να συνταχθούμε δίπλα σε ανθρώπους που ζουν σε άθλιες συνθήκες σε camp υποδοχής μεταναστών, που στην ουσία ορίζονται ως ζωές που δεν αξίζουν να σωθούν.

Καταλαβαίνουμε ελάχιστα για το παρόν και δεν ξέρουμε τι θα γίνει στο μέλλον. Αλλά μοιάζει βέβαιο, ότι τέτοιου τύπου νέες συναντήσεις σε σχέση με νέα κοινά θα χρειαστούν στο άμεσο μέλλον για ζητήματα, εργασιακά, οικονομικά, δημόσιας υγείας, μεταναστευτικά κ.α. Αλλά και δικαιωμάτων. Φαίνεται, ότι η αντιμετώπιση των πανδημιών έχει παίξει ιστορικά σημαντικό ρόλο στην συγκρότηση των κοινωνιών. Πώς άραγε θα μοιάζει η postapocalyptic κοινωνία μας;


Παντελής Φλατσούσης

Σκηνοθέτης

Ελλάδα

cover-1

Inner monologue between K and K

Kristina Savickiene



Robotic Folk (Jonas Jurkunas)

: So let’s talk.

: About what?

: About our past.

: Do you remember any of it?

: Perhaps. I think we lived in a big house with an orchard. Monstrously big apple trees and hundreds of colourful birds chirping around.

: Sorry, I just can’t imagine that.

: Ok, let’s give it another try. It was a grey apartment building next to a railtrack and a meat processing plant.

: Yes, and the trains were rumbling past, on and on, day and night.

: We used to count the wagons and in the winter throw snowballs at them.

: They were our secret enemies and had to be killed.

: Because they were taking animals to a fenced slaughterhouse.

: We heard the sounds, horses neighing, cows mooing, pigs squeaking, all in anxiety awaiting death.

: I can’t remember hearing that.

: Wait, I think I just heard them once again.

: Are we in a dream?

: Possibly.

: But if we are dreaming, we might as well dream of future.

: And what’s in it?

: Life as it was before.

: You know it’s not possible. The only lasting thing is change.

: So what shall we dream about?

: Persistency. Passion. And most importantly - positive obsession for the change of humanity.

: Like “I am positively obsessed, therefore I am”?

: Exactly.

: Oh. I simply want to feast my eyes on the sight of clouds floating by.


Kristina Savickiene

Theatre maker

Lithuania

Photo credit: Kristina Aleksynaite

cover-photo-3

Μία γεμάτη παύση

Αντώνης Γκρίτσης



«Τώρα το ξέρω, το καταλαβαίνω, Κώστια, πως στη δουλειά μας - στο παίξιμο ή στο γράψιμο - κείνο που αξίζει δεν είναι η φήμη, δεν είναι η δόξα, μήτε εκείνα που ονειρευόμασταν, αλλά το να μάθεις πώς να κάνεις υπομονή...»

Μιχαήλοβνα Ζαρέτσναγια, "Ο Γλάρος" του Άντον Τσέχωφ


Να αρχίσω και εγώ να γράφω, από την αρχή, γι' αυτά που με βρήκαν στη μέση, κι ούτε έχω τίποτα καινούργιο να πω, πέρα από το να μιλάω για να ξεθάβω.

Καλύτερα όταν φοβάσαι, να σωπαίνεις, να θάβεις. Να κάνεις υπομονή και να έχεις πίστη, ότι θα αναστηθείς. Ότι θα σωθείς χωρίς να τελειώσεις. Να μη θάβεις κάτι άλλο, κάποιον άλλο, να θάβεσαι, να μην απελπίζεσαι, να μεταλλά

Σε σαι

να αφαλατώνεσαι, αλλά να μην αφυδατώνεσαι, να φιδώνεσαι, να ερπετοδρομείς, να λουφάζεσαι, να σημαίνεις, αλλά να κρύπτεσαι, να μη λέγεις. Να κυρώνεσαι, να μην ακυρώνεσαι, να φαυλώνεσαι,

να τρεμάμενος είσαι

να ξεκαρδίζεις, να ξανακερδίζεις περιφραστικούς τύπους, χρόνους και μετοχές,

να παραναλώνεσαι, να μην παραναλύεσαι, να μην διαλύεσαι, να επικεντρώνεσαι, αλλά να μην συγκεντρώνεσαι.

Ήγγικεν η ώρα της εσωστρέφειας και η δικαίωση της μακαριότητος του καναπέ που τόσο καταλοιδωρήθηκε.

Μη συνωστίζεσαι. Μη συγχρωτίζεσαι.

Να καταχωρίζεσαι

Ήρθε ο καιρός να απενοχοποιηθεί η ιδιώτευση ως δρόμος ευθύς, η κλήτευση ως απόκλιση, η έγκληση ως παρέκκλιση, η εκδίκηση της αποχής.

Το σύστημα το ίδιο επιτίθεται στις μάζες του. Το δίσεκτο έμελλε κι ως αυτοάνοσο να προσδιοριστεί.

Μη μιλάς, δεν μπορείς. Τα σωθικά σου, τα σώψυχά σου φοβίσου. Φοβιζώσου. Φοβισώσου.


Αντώνης Γκρίτσης

Ηθοποιός

Ελλάδα

profile photo credit: Μίλτος Πιλαλιτός

mtsima4

Νούμερο 7

Μαρία Τσιμά



Χτυπάει το τηλέφωνο. Μια φωνή ηλικιωμένου στην άλλη άκρη της γραμμής.

-          Συγγνώμη που σας ενοχλώ. Βρήκα το τηλέφωνό σας στο ασανσέρ.

-          Δεν με ενοχλείτε. Με λένε Νίκο και μένω στον 1ο  όροφο.

-          Αγόρι μου,  εγώ μένω στον 5ο  . Είμαι πάνω από δέκα  μέρες μέσα  και  τέλειωσαν τα φάρμακά   μου.

-          Με μεγάλη μου χαρά να πάω στο φαρμακείο να σας πάρω.

-          Μπορείς;

-          Βέβαια…και στο σουπερμάρκετ να σας πάρω τρόφιμα…ό,τι έχετε ανάγκη.

-          Αλήθεια;

-          Δεν χρειάζεται να περιμένετε τόσες ώρες στην ουρά.

-          Συγκινήθηκα πολύ που είδα το σημείωμα στον καθρέφτη του ασανσέρ. Σκέφτηκα κάποιος θέλει να βοηθήσει. Και γι’ αυτό πήρα το θάρρος και σου τηλεφώνησα.

-          Μόλις κλείσουμε θα σας χτυπήσω το κουδούνι. Μην τρομάξετε. Θα φοράω μάσκα και γάντια.

-          Κι εγώ θα σου δώσω μέσα σ’ ένα φάκελο τα χρήματα και τη συνταγή για τα φάρμακα της καρδιάς μου.

-          Όπως σας βολεύει.

-          Σ’ ευχαριστώ πολύ. Ο γιός μου ζει στο εξωτερικό . Δουλεύει εκεί. Έχω και δυο εγγόνια. Ανησυχώ. Με παίρνουν όμως κάθε μέρα και μιλάμε.

-          Μόλις τελειώσει η καραντίνα θα βρεθείτε από κοντά. Τώρα πρέπει να είστε πολύ προσεκτικός.

-          Εσύ, Νίκο, μόνος σου ζεις;

-          Ναι, αλλά έχω συνηθίσει.

-          Τι δουλειά κάνεις;

-          Φοιτητής. Αλλά τώρα έκλεισαν τα Πανεπιστήμια κι έχω πολύ χρόνο.

-          Τι σπουδάζεις;

-          Μουσική.

Ο Νίκος με σακούλες τροφίμων στην πόρτα του 5ου ορόφου.

-          Αυτή η φυσαρμόνικα είναι για σένα, γιέ μου. Να την απολυμάνεις.

Χτυπάει το τηλέφωνο. Μια φωνή νέας γυναίκας στην άλλη άκρη της γραμμής.

-          Ενοχλώ; Είναι αργά.

-          Όχι, πέστε μου.

-          Είδα το χαρτί στο ασανσέρ.

-          Ναι, εγώ το έβαλα. Με λένε Νίκο και μένω στον 1ο όροφο.

-          Ξέρετε θέλω …πώς να το πω; Θέλω μόνο …να

-          Πέστε  μου …αν μπορώ να βοηθήσω.

-          Αισθάνομαι λίγο άσχημα…να…εκεί που κάθομαι χτυπάει δυνατά η καρδιά μου κι η  ανάσα μου γίνεται γρήγορη. Μετά με πιάνει ένα πλάκωμα.  Σα να πέφτουνε πάνω μου οι τοίχοι.

-          Μιλήσατε με κάποιο γιατρό;

-          Όχι. Είναι μέρες που το νιώθω  αυτό.

-          Μπορεί να ‘ναι κρίση πανικού.

-          Λέτε; Δεν μπορώ να ησυχάσω. Έρχονται στο μυαλό μου πρόσωπα,  εκκρεμότητες, οι γονείς μου που είναι μακριά, πώς θα ζήσουμε, αν θα ζήσουμε, το αβέβαιο ξημέρωμα, πώς θα τα καταφέρω, έμεινα και χωρίς δουλειά…

-          Προσπαθήστε να ηρεμήσετε . Φταίει η  καραντίνα. Τώρα όλα μας  φαίνονται βουνό.

-          Εσείς όταν φοβάστε τί κάνετε;

-          Κλείνω τα μάτια και βλέπω το χάραμα στο νησί μου.

-          Όταν λυπάστε;

-          Ακούω μουσική.

-          Τι μουσική;

-          Θέλετε να ακούσετε;

Ο Νίκος βγάζει τη φυσαρμόνικα του ηλικιωμένου και παίζει το «The shadow of your smile” του Johny Mondel / Paul Webster / Toots Thielemans.

-          Καληνύχτα.

Χτυπάει το τηλέφωνο. Η φωνή του ηλικιωμένου στην άλλη άκρη της γραμμής.

-          Νίκο, σε απασχολώ;

-          Όχι, καθόλου. Τι θέλετε;

-          Θα με βοηθήσεις σε κάτι;

-          Αν μπορώ.

-          Θέλω να μου εξηγήσεις πώς να στέλνω μηνύματα.

-          Θα σας φέρνω εγώ ό,τι χρειάζεστε.

-          Μπορεί να ‘χω ανάγκη και να μην είσαι εδώ.

-          Πού να πάω; Άντε μέχρι την άλλη γωνία για προμήθειες  ή για τρέξιμο.

-          Ποτέ δεν ξέρεις. Κάτι έκτακτο.

-          Καλά,  αν είναι να αισθανθείτε καλύτερα. Λοιπόν, θα βάλετε τον αριθμό 13033 , το ανάλογο  νούμερο…. θ’ αφήσετε ένα κενό και μετά θα γράψετε το όνομα, το  επίθετό σας και τη διεύθυνσή σας.

-          Κάτσε να τα σημειώσω γιατί θα τα ξεχάσω.

-          Το νούμερο 1 είναι αν χρειαστείτε γιατρό ή φαρμακείο, το νούμερο 2 για το σουπερμάρκετ, το 3 αν θέλετε να πάτε στην Τράπεζα…

-          Πιο αργά … δε βλέπω και καλά.

-          το  νούμερο 4 για βοήθεια κάποιου που έχει ανάγκη…

-          Μόνο εγώ είμαι; Θα 'μαστε πολλοί.

-          το 5 αν θέλετε να πάτε σε γάμο ή σε βαφτίσι …

-          Ποιος παντρεύεται τέτοιες μέρες;

-          ή σε κηδεία…

-          Πιο λογικό.

-          και το 6 για σωματική άσκηση ή αν έχετε σκύλο.

-          Αυτό μου έλειπε να τρέχω με το μπαστούνι!

-          Μπορείτε όμως να κάνετε έναν περίπατο.

-          Αυτό μάλιστα.

-          Όταν στείλετε το μήνυμα θα λάβετε αμέσως απάντηση  που θα λέει: Μετακίνηση, ένα κενό, το ονοματεπώνυμό σας και τη διεύθυνση σας.

-          Στην εποχή μου αυτό το λέγανε φακέλωμα.

-          Κάτι τέτοιο.

-          Μα να στέλνεις μήνυμα για να βγεις έξω; Άλλα κόλπα αυτά.

-          Για να μη βγαίνουν όλοι χωρίς λόγο κι εξαπλωθεί ο ιός.

-          Τέλος πάντων. Δε μπορούμε να κάνουμε κι αλλιώς. Έφαγες;

-          Όχι ακόμα.

-          Έχω φτιάξει μακαρόνια με κιμά. Να σου τ’ αφήσω έξω από την πόρτα μου;

-          Είναι το αγαπημένο μου φαγητό.

Ο Νίκος με το τάπερ στην πόρτα του 5ου ορόφου.

-          Νίκο, γιατί δε βάζουν κι ένα νούμερο 7 για «εσωτερικές»  μετακινήσεις;

Χτυπάει το τηλέφωνο. Η  φωνή της νέας γυναίκας στην άλλη άκρη της γραμμής.

-          Ενοχλώ;

-          Καθόλου.

-          Ήθελα να σας ευχαριστήσω. Με κάνατε να νιώσω καλύτερα.

-          Να μιλάμε στον ενικό;

-          Σ’ ευχαριστώ πολύ.

-          Δε χρειάζεται.

-          Βλέπεις όνειρα;

-          Σπάνια.

-          Θυμάσαι κανένα;

-          Ναι. Το είδα μετά το τηλεφώνημά σου. Βγήκα από το διαμέρισμά μου  και στην άκρη του διαδρόμου άκουγα τη φωνή σου που μιλούσε στο τηλέφωνο. Χτύπησα την κλειστή πόρτα και δεν μου άνοιξε κανείς. Άρχισα να βαράω με δύναμη αλλά ξαφνικά βρέθηκα στην ταράτσα.

-          Ανεβαίνω καμιά φορά και παίρνω αέρα.

-          Εσύ βλέπεις όνειρα;

-          Έχω να δω πολύ καιρό.

-          Πού μένεις;

-          Στο τέλος του διαδρόμου στον 1ο όροφο.

-          Αλήθεια; Πόσο καιρό μένεις εκεί;

-          Πάνω από τρία χρόνια.

-          Κι εγώ. Δε σε έχω δει ποτέ.

-          Ούτε κι εγώ.

-          Θα ‘θελες να φάμε μαζί;

-          Δεν έχω μαγειρέψει τίποτα.

-          Έχω μακαρόνια με κιμά.

Ο Νίκος με το τάπερ μπροστά από την πόρτα του 1ου ορόφου στο τέλος του διαδρόμου. Χτυπάει μήνυμα στο κινητό του. Γράφει: «ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ» ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ 7 κενό

φωτογραφίες: Θεόφιλος Τσιμάς


Μαρία Τσιμά

Ηθοποιός - Συγγραφέας

Ελλάδα

cover-photo-4

Τελευταίοι Κάτοικοι Ενός Παλιού Κόσμου

Εύα Οικονόμου-Βαμβακά



79 μ.Χ. Πομπηία. Ο Βεζούβιος εκρήγνυται θάβοντας κάτω από τις στάχτες του μια ολόκληρη πόλη. Αιώνες μετά η ανασκαφή της καταφέρνει να μας μεταφέρει ακριβώς σε εκείνη τη στιγμή. Τη στιγμή που οι άνθρωποι πάγωσαν στο χρόνο.

Τα πράγματά τους ακόμα σκορπισμένα στο χώρο. Η στάση τους σώματος τους υποδηλώνει το τι κάνανε την τελευταία στιγμή. Όλα σε μια άρση.

Αντίστροφη Μέτρηση

5…

Εβδομάδα πρώτη. Του Αιφνιδιασμού.

Μάρτιος 2020. Ευρώπη. Ελλάδα. Οι διαδικασίες συνοπτικές. Χρειάστηκαν μόνο λίγες μέρες για να περάσουμε από την κίνηση, στην παύση.

10.3 Τρίτη Πρωί. Η τελευταία μέρα που λειτούργησαν τα σχολεία.

12.3 Πέμπτη Βράδυ. Η τελευταία φορά που το τρίτο κουδούνι έβαλε μέσα στην πλατεία θεατές να παρακολουθήσουν θέατρο. Ζωντανά.

13.3 Παρασκευή. Μέρα Ηλιόλουστη. Ο τελευταίος καφές που ήπιαμε με μια φίλη σε τραπεζάκια έξω. Ανήσυχες αλλά μάλλον ανυποψίαστες για το τί θα ακολουθούσε.

4…

Εβδομάδα δεύτερη. Της περιπλάνησης

Η εβδομάδα που ακολουθήσε ήταν ίσως η πιο περίεργη από όσες μέλλονταν να έρθουν. Όλα κλειστά. Οι μισοί άνθρωποι δεν έχουν πλέον δουλειά και οι άλλοι μισοί φοβούνται να πάνε στη δική τους. Συγκροτείται ένα περίεργο πλήθος που απλώνεται στην πόλη - ασκόπως περιπλανώμενο και πάντα εφοδιασμένο με τα απαραίτητα. Την θέση των: λεφτά, κλειδιά, κινητό, παίρνουν τα: μάσκα, γάντια, αντισηπτικό. Ατμόσφαιρα παρατεταμένης εθνικής εορτής ανάμεικτη με ανησυχία και φόβο. Και η Φύση να λάμπει στα ντουζένια της…

3…

Εβδομάδα τρίτη. Της αστυνομίας

Απαγόρευση Κυκλοφορίας; Τι; Ναι. Γιατί; Γιατί έτσι πρέπει. Οι άσκοπες μετακινήσεις απαγορεύονται, στο τραπέζι πέφτει το ζήτημα του σκοπού και αντιλαμβανόμαστε για άλλη μια φορά ότι όλα είναι θέμα ορισμού. Οι άνθρωποι χωρίζονται σε στρατόπεδα, σε αυτούς που φοράνε μάσκα και σε αυτούς που δε φοράνε, σε αυτούς που μένουν σπίτι γιατί νοιάζονται για το κοινό καλό και στους άλλους, τους ασυνείδητους, που χρειάζονται αέρα. Σε αυτούς που βγαίνουν στο μπαλκόνι να λιαστούν και στους άλλους που βγαίνουν για να δουν πού πήγε ο γείτονας και πότε θα γυρίσει. Το κακό πρέπει να μας χτυπήσει όλους, κανείς δε δικαιούται να εξαιρεθεί. Χαρτιά, ταυτότητες και επιστροφή στα νήπια όπου ο Γιάννης κάρφωνε το Δημητράκη και η νηπιαγωγός έτρεχε από πίσω τους να τους υποδείξει με πόσες μπουκιές μπορούν να φάνε το τοστ.

2…

Εβδομάδα τέταρτη. Της προσαρμογής.

 …Και σιγά σιγά συνηθίσαμε. Και εξερευνήσαμε κάθε γωνιά του σπιτιού μας. Κάθε χαλασμένο πλακάκι, κάθε υγρασία στον τοίχο. Οι φίλοι μας έγιναν αριθμοί τηλεφώνου, οι βόλτες μας νούμερα από το 1 έως το 6, η έξοδος για ψυχαγωγία το μαξιλάρι απέναντι από την τηλεόραση ή τον υπολογιστή.  Ποτέ άλλοτε τα ερωτήματα που βασάνιζαν τις ώρες μας δεν ήταν τόσο απλά. Τί να μαγειρέψω σήμερα; Να γράψω στο χαρτί 2 ή 6;  Ζoom.us ή skype; Netflix ή youtube; Schaubühne ή comedie francaise; Το smartphone μας το μόνο παράθυρο στον κόσμο (δεν τολμώ καν να δω «χρόνο επί οθόνης»), τα σαλόνια μας αίθουσες εκγύμνασης και τα ρολόγια παντελώς άχρηστα. Εμείς ορίζουμε τον χρόνο πια. Κάθε μέρα έχει όσες ώρες τις δίνουμε, 5, 20 ή και 30 ανάλογα με τις αντοχές των βλεφάρων μας.

1…

Εβδομάδα πέμπτη. Των Γενεθλίων. Μήπως τελικά τα ονειρεύομαι όλα αυτά;

«…Μπορούσε βέβαια κανείς ολόκληρη την υπόθεση να τη θεωρήσει  ένα αστείο, ένα χοντρό αστείο, που του είχαν σκαρώσει οι συνάδελφοί του, για άγνωστους λόγους, ίσως επειδή σήμερα ήταν η τριακοστή  επέτειος των γενεθλίων του, κάτι τέτοιο θα συνέβαινε, ίσως χρειαζόταν μόνο να γελάσει καταπρόσωπο στους φύλακες για να  τελειώσουν όλα αυτά…»

Φ. Κάφκα, Η Δίκη- Κεφ. 1ο

Ναι,  πολλές φορές μέσα στην μέρα, σκέφτομαι κι εγώ πως τίποτα από όλα αυτά δε συμβαίνει στην πραγματικότητα. Και βρίσκω πολλά στηρίγματα για αυτή μου τη  θεωρία:

-Ο αιφνιδιασμός ή αν βρείτε ένα καφέ τετράδιο παρακαλώ μη διαβάσετε τι γράφει

Κάνεις δεν ήξερε ότι θα είναι η τελευταία φορά. Κανείς. Κι έτσι τα πράγματα μας βρίσκονται ακόμα στη θέση που «προσωρινά» τα είχαμε ακουμπήσει. Στον πάνω όροφο της σχολής έχω αφήσει το τετράδιο με τις σημειώσεις μου, στο καμαρίνι του θεάτρου δυο μπλουζάκια, ένα γούρι, ένα κραγιόν κι ένα ζευγάρι αθλητικά, χρωστάω 10 ευρώ στη φίλη που πλήρωσε τους χτεσινούς καφέδες και κάτι ερωτήσεις για μια συνέντευξη σε μια υπερ-υπομονετική δημοσιογράφο.

-Το παράλογο - τα ψάρια σίγουρα κινδυνεύουν από εμένα

Το μόνο πράγμα που πραγματικά με ηρεμεί είναι η Θάλασσα. Κι έτσι παρά τις δύσκολες μέρες μπορούσα να παρηγορώ τον εαυτό μου λέγοντας του «εσύ τουλάχιστον είσαι δίπλα στη θάλασσα, έχεις οποιαδήποτε στιγμή την δυνατότητα να βυθιστείς στα νερά της.» «Οποιαδήποτε στιγμή…» ΧΑ!

Τη δεύτερη εβδομάδα που ήμουν στην Καβάλα, χιόνισε. Χιόνισε. Και αντί για μαγιό έψαχνα να βρω δανεικό παλτό να βγάλω το χειμώνα που νόμιζα είχε φύγει. Και είπα μέσα μου «ψυχραιμία μπαίνει ο Απρίλης θα φτιάξουν τα πράγματα, δε μπορεί»

Και τότε έρχεται η ΕΙΔΗΣΗ. Απαγορεύονται το κολύμπι, το ψαροντούφεκο και κάθε άλλη σχετική δραστηριότητα. Επαναλαμβάνω «απαγορεύεται το κολύμπι» όχι ειδικά «η είσοδος σε οργανωμένες παράλιες όταν δε τηρείται απόσταση….». ΤΟ ΚΟΛΥΜΠΙ.  Χωρίς καμία εξαίρεση. Μάλλον θα έκανα πολύ κακό στα ψάρια σκέφτομαι. Σίγουρα θα τα τρόμαζαν τα μπλε νύχια και τα σγουρά μαλλιά μου. Οπότε ναι, καλά έκαναν και τα έκοψαν και αυτά. Όλα για καλό.

-Το φανταστικό - ήταν όλα μας τα υπάρχοντα από γκοφρέ χαρτί;

Υποθέτω ότι οι μέρες μας είναι σχεδόν πανομοιότυπες οπότε λέω να μην μπω σε λεπτομέρειες αποκαλύπτοντας πολύτιμες πληροφορίες για τη μαγειρική μου σπεσιαλιτέ, το όνομα της κολλητής μου και την αγαπημένη μου σειρά στο Netflix. Επιφυλάσσομαι - γιατί αν η ιστορία κρατήσει ένα εξάμηνο θα ξεκινήσουμε δεύτερο γύρο - με πιθανό τίτλο «γνώρισε τον άνθρωπο της φωτογραφίας» και κάτι θα πρέπει να έχω να πω τότε.

Από τις 16/3 όμως που άρχισε η Νέα Τάξη Πραγμάτων, τα όνειρα μου είναι πιο έντονα από ποτέ. Ίσως η δύναμή τους είναι αντιστρόφως ανάλογη του ενδιαφέροντος της καθημερινότητάς μου. Κλείνω τα μάτια μου, κι ένας σουρεαλιστικός κόσμος, με ήρωες όλους όσους κάποτε τυχαία συνάντησα, στήνεται μπροστά μου. Τη μια το αμάξι μου και το σπίτι μου χάνουν την υπόστασή τους και γίνονται απλό γκοφρέ  χαρτί κομμένο σε λωρίδες, την άλλη φοβισμένοι άνθρωποι πετάνε πολύχρωμο αλεύρι ο ένας στον άλλο ψάχνοντας έγχρωμες αγκαλιές ενώ στο τελευταίο, μεγάλη εβδομάδα γαρ, παππάδες στα χρυσά βγαίνουν από το μετρό του συντάγματος παραταγμένοι σε φάλαγγα. Αν τα ήξερε ο Tim Burton θα μου ζητούσε σίγουρα να συνεργαστούμε.

-Το απαγορευμένο -«μη φοβάσαι κοπελιά είναι απλώς αλλεργία».

Δε βγαίνω σχεδόν καθόλου έξω, το κλουβί μου είναι χρυσό, η θεά φανταστική, το σαλόνι μου μεγάλο για να χωράει plunks και πιρουέτες και το ίντερνετ μου από τα γρηγορότερα. Κρατούμενη Πολυτελείας. Από έξω ευνοούμενη, από μέσα ρευστή.

Μου λείπουν όλα: οι φίλοι μου, η δουλειά μου, η θάλασσα που δε μπορώ να χαρώ, οι μέρες μου πριν. Και φοβάμαι πάρα πολύ για τις μέρες μετά. Πάρα πολύ.

Χτες έστειλα ένα 6 και πήγα μια βόλτα στην έρημη πόλη. Εξακολουθεί να είναι όμορφη. Σχεδόν καθηλωτική. Ο ήλιος της πάει πολύ άλλωστε. Μόνο οι κλειστές πόρτες την ασχημαίνουν. Παντού πρόχειρες κλειδαριές και αλυσίδες. Σαν να λείπουν όλοι για λίγο, αλλά να θέλουν να διασφαλίσουν πως ό,τι άφησαν θα το βρουν πίσω. Άθικτο. Και αυτή είναι η ευχή που κάνω κι εγώ κάθε μέρα.

Πίσω, άθικτο.

Σύμπαν ακούς;

Γυρνώντας σπίτι περπατάω πάνω σε ένα στενό πεζοδρόμιο. Στην αντίθετη κατεύθυνση, μια κυρία γύρω στα 50, με γυαλιά ηλίου και χαρτομάντηλο. Μας χωρίζουν 6 βήματα. Η κυρία ξαφνικά φτερνίζεται. Έντρομη κατεβαίνει αστραπιαία από το πεζοδρόμιο.

Μου λέει για να μην τρομοκρατηθώ:

«Μη φοβάσαι κοπελιά αλλεργία έχω μόνο»

«Δε φοβάμαι» της λέω και χαμογελάω.

«Αλήθεια»;

«Ούτε λίγο» της λέω κι εκείνη τη στιγμή την φτάνω.

Μου χαμογελάει και με προσπερνάει -  5..4..3..2..1..επιστρέφω και αδέξια την αγκαλιάζω από πίσω. Δε φεύγει. 3 δευτερόλεπτα παλιάς κανονικότητας.



Εύα Οικονόμου-Βαμβακά

Ηθοποιός - Σκηνοθέτης

Ελλάδα

cover-5

The coronavirus has been already known, the future remains unknown

Paweł Wodziński


photo credit: Monika Stolarska


(for Polish scroll down)

Polish theatre is extremely precarised. Despite the existence of a powerful network of public institutions (there are over 120 national, regional or municipal theatres, financed from public funds), a large group of theatre practitioners has been forced to operate as freelancers. The artists are not employed on a full-time basis, don't benefit from social insurance, don’t have steady incomes. The activity from grant to grant, from project to project, has been an unwritten rule of Polish theatre and has a significant impact mainly on the youngest generations of artists whose social and economic position in times of the COVID-19 pandemic has become doubly difficult. The pandemic puts Polish theatre before dramatic choices when it comes to the economic and social positions of actors, directors and set designers, but at the same time reveals and questions all the structural solutions that have been introduced in this field during the last 30 years.

Poland is not a poor country, but the Polish politicians have been neglecting the role of culture for years. It is not surprising that even today no significant programs supporting the arts community are proposed. (The so-called “anti-crisis shield” is designed by the government to keep business going.) The Ministry of Culture and National Heritage has created the emergency grant program with a budget of PLN 20 million, i.e. slightly less than EUR 5 million, which can only be considered an alibi. The Ministry is also promoting the collection of funds for individual artists on the “Patronite” website, proving that the office is totally helpless. The cultural war policy that has been a basic political strategy to manage the entire area of culture, seems to be completely ineffective (for now) in such cases as the outbreak of coronavirus. Social and economic problems can't be solved by sticking with the identitarian games.

Polish theatre tries to manage the coronavirus crisis in many ways. Some artists, art institutions and non-governmental organisations assume that everything will return to normal; it's about not losing contact with their audience, so they make everything they have in their archive available. Others try to draw conclusions from the current crisis, creating permanent mechanisms of online activities through which it will also be possible to support today’s unemployed actors and directors. The third group of theatre practitioners thinks that the pandemic will last several months, and the return will be extremely difficult - so the theatre has to be prepared for a serious change of its operational mode. Few think that the pandemic could utterly change the rules of play, and ask themselves, who will dare to come to the theatre and sit with others in the same auditorium? What means of production will the theatre have at its disposal this autumn? Is it really supposed to be a completely destabilized theatrical system that we want to return to?

Cultural institutions and organizations will not come back to work this season. What will happen this autumn? Most likely, we can expect major budget cuts. A few days ago, the mayor of Warsaw estimated the city's losses for this year at about PLN 2 billion, and Warsaw is the largest patron of culture in Poland. It runs 20 public theatres and finances the entire non-governmental independent performing arts sector. It is not surprising that the idea of ​​social solidarity is one of the postulates and demands appearing in our public debate and even in the discussions on possible economic alternatives. I support this idea with all my heart, but frankly speaking, I see also other possibilities on the horizon. Even re-constructing the idea of ​​social solidarity in the individualized society, creating grassroots support mechanisms and self-organized collectives may still not protect us from poverty or depression.

Poland was not affected by the financial crisis in 2008 directly but went through a very severe period of the so-called “economic transformation” in the early 1990s. We have painful experiences with extreme politics and shock doctrine. That’s why the progressive part of Polish society, including some art institutions (the Biennale Warszawa is a good example), is desperately trying to change the neoliberal narrative, which has always meant extreme sacrifices by this society over the past three decades. Every day, the media reports about the increase in the number of patients with COVID-19. Even if the social distance and confinement in our own homes completely separate us from the pandemic reality, making the pandemic "digital", it's symptomatic that so many people in Poland are devoting so little space to COVID-19 and the threats of infection, and are designing the future, being engaged in discussions on the economic consequences of the coronavirus. Their efforts reveal the sad truth that in an age of pandemic, Poles, including the Polish theatre and the arts community, instead of taking care for themselves, must fight for their future.


Koronawirusa już poznaliśmy, to przyszłość pozostaje nieznana

Polski teatr jest skrajnie sprekaryzowany. Pomimo istnienia silnej sieci instytucji publicznych (ponad 120 teatrów narodowych, regionalnych i miejskich, finansowanych ze środków publicznych), duża część polskiego środowiska teatralnego została zmuszona by działać jako freelancerzy. Artyści nie są zatrudniani na pełny etat, nie korzystają z ubezpieczenia społecznego, nie mają stałych dochodów. Działalność od dotacji do dotacji, od projektu do projektu jest niepisaną zasadą polskiego teatru i ma znaczący wpływ głównie na najmłodsze pokolenia artystów, których sytuacja społeczna i ekonomiczna w czasach pandemii COVID-19 stała się podwójnie trudna. Pandemia stawia polski teatr przed dramatycznymi wyborami, jeśli chodzi o pozycję ekonomiczną i społeczną aktorów i aktorek, reżyserów i reżyserek, scenografów i scenografek, ale jednocześnie ujawnia i kwestionuje wszystkie strukturalne rozwiązania, które zostały wprowadzone w życie w tej dziedzinie w ciągu ostatnich 30 lat.

Polska nie jest krajem biednym, ale polscy politycy od lat lekceważą rolę kultury. Nie dziwi więc, że nawet dziś nie proponują znaczących programów wspierających środowisko artystyczne (tzw. tarcza antykryzysowa jest zaprojektowana przez rząd, aby podtrzymać działania biznesu). Ministerstwo Kultury i Dziedzictwa Narodowego stworzyło kryzysowy program dotacyjny o budżecie 20 mln zł, czyli nieco poniżej 5 mln euro, co można uznać jedynie za alibi. Ministerstwo promuje również zbieranie funduszy na rzecz poszczególnych artystów na stronie internetowej Patronite, udowadniając, że urząd jest całkowicie bezradny. Polityka wojen kulturowych, która była podstawową strategią polityczną zarządzania całym obszarem kultury, wydaje się całkowicie nieskuteczna (na razie) w takich przypadkach jak wybuch epidemii koronawirusa. Problemów społecznych i ekonomicznych nie da się rozwiązać, tocząc rozgrywki tożsamościowe.

Polski teatr stara się na wiele sposobów radzić sobie z koronawirusem. Niektórzy artyści, instytucje sztuki i organizacje pozarządowe zakładając, że wszystko wróci do normy, chodzi o to, by nie stracić kontaktu z publicznością, udostępniają wszystko, co mają w swoim archiwum. Inni próbują wyciągać wnioski z obecnego kryzysu, tworząc stałe mechanizmy działań w sieci, dzięki którym będzie także możliwe wsparcie bezrobotnych aktorów i aktorek, reżyserów i reżyserek. Trzecia grupa twórców teatralnych uważa, że pandemia potrwa kilka miesięcy, a powrót będzie niezwykle trudny - dlatego teatr musi być przygotowany na poważną zmianę trybu działania. Niewielu sądzi, że pandemia może całkowicie zmienić zasady gry i zadaje sobie pytanie, kto odważy się przyjść do teatru, by siedzieć z innymi w tej samej sali? Jakie środki produkcji będzie miał teatr do dyspozycji tej jesieni? Czy naprawdę chcemy powrócić do całkowicie zdestabilizowanego systemu teatralnego?

Instytucje i organizacje kulturalne nie wrócą do pracy w tym sezonie. Co się stanie tej jesieni? Najprawdopodobniej możemy się spodziewać poważnych cięć budżetowych. Kilka dni temu prezydent Warszawy oszacował straty miasta w tym roku na około 2 mld zł, a Warszawa jest największym mecenasem kultury w Polsce. Prowadzi 20 teatrów publicznych i finansuje cały pozarządowy sektor sztuk performatywnych. Nic dziwnego, że idea solidarności społecznej jest jednym z postulatów pojawiających się w debacie publicznej, a nawet w dyskusjach na temat możliwych alternatyw gospodarczych. Z całego serca wpieram tę ideę, ale szczerze mówiąc, na horyzoncie widzę także inne możliwości. Nawet rekonstrukcja idei solidarności społecznej w zindywidualizowanym społeczeństwie, tworzenie oddolnych mechanizmów wsparcia i samoorganizujących się kolektywów może nie uchronić nas przed ubóstwem czy depresją.

Polska nie została bezpośrednio dotknięta kryzysem finansowym w 2008 roku, jednak na początku lat 90. przeszła bardzo ciężki okres tzw. transformacji gospodarczej. Mamy bolesne doświadczenia skrajnej polityki i doktryny szoku. Dlatego postępowa część polskiego społeczeństwa, w tym niektóre instytucje artystyczne (Biennale Warszawa jest tu dobrym przykładem), desperacko próbuje zmienić neoliberalną narrację, która w ciągu ostatnich trzech dekad zawsze oznaczała dla tego społeczeństwa skrajne wyrzeczenia. Codziennie media donoszą o wzroście liczby zachorowań na COVID-19. Nawet jeśli dystans społeczny i zamknięcie w naszych własnych domach całkowicie oddziela nas od rzeczywistości pandemicznej, czyni z pandemii doświadczenie "cyfrowe", to niezwykle znaczący jest fakt, że tak wiele osób w Polsce poświęca tak mało miejsca COVID-19 i zagrożeniu infekcją, a projektuje przyszłość, angażując się w dyskusje na temat ekonomicznych konsekwencji koronawirusa. Ich wysiłki ujawniają smutną prawdę, że w dobie pandemii Polacy, w tym polskie środowisko teatralne i artystyczne, zamiast dbać o siebie, muszą walczyć o swoją przyszłość.


Paweł Wodziński

Director of Biennale Warszawa

Poland

cover-4

1665 λέξεις

Ανέστης Αζάς



Ο χρόνος έχει μεταβληθεί σε ένα διαρκές παρόν, το χθες, το αύριο και το σήμερα ενοποιούνται σε μία περίοδο που θα τη θυμόμαστε όταν όλο αυτό περάσει σαν κάτι ενιαίο, όπως λέμε π.χ. το καλοκαίρι εκείνο του ’15 στην Κίμωλο, ή όπως θυμόμαστε θολά ένα τριήμερο booze με έντονο hangover: η άνοιξη του ’20 με τον κορονοϊό.

Πώς να γράψει κανείς κάτι χωρίς να είναι μπανάλ, αφού μπανάλ είναι οι δραστηριότητες μας. Λίγο διάβασμα, emails, τηλέφωνα, κάποια στοιχειώδης οργάνωση του φθινοπώρου, με την ελπίδα ότι τότε θα ανοίξουν πάλι τα θέατρα, με πολλές επιφυλάξεις γιατί μπορεί και να μην ανοίξουν, πολλές ταινίες, παραστάσεις σε fast forward για πληροφοριακούς λόγους – ως γνωστόν οι μαγνητοσκοπημένες παραστάσεις βλέπονται με μεγάλη δυσκολία – ύπνος σε ακανόνιστες ώρες. Πάλι καλά που υπάρχει το τρέξιμο και λίγο μου φτιάχνει τη διάθεση και με βάζει σε έναν ρυθμό. Ο Μουρακάμι, στον πρόλογο του βιβλίου του για το τρέξιμο, τονίζει τη σημασία του ρυθμού, λέει «για να συνεχίζεις πρέπει να διατηρείς το ρυθμό σου». Αυτό είναι το μόνο προσωπικό τελετουργικό που τηρώ με ευλάβεια, σύντομες διαδρομές στο κέντρο της άδειας Αθήνας, συνήθως απογεύματα την ώρα που σουρουπώνει.

Μέσα σ’ όλα αυτά λίγα συμβαίνουν που να μου δίνουν χαρά και πολλά με θλίβουν. Πριν από μερικές μέρες, το πρωί, έβλεπα στο site του Κammerspiele του Μονάχου, σε ένα camera performance, 4 queer ακτιβιστές φιλόσοφους / περφόρμερ να συζητάνε για την έννοια της μοναξιάς και την πολιτική της διάσταση: Olave Nduwanje, Keith Zenga King, Travis Alabanza, Alok Vaid Menon. Οι δύο πρώτοι, από το Μπουρουντί και την Ουγκάντα αντίστοιχα, έχουν περάσει από προσφυγικά camps πριν εγκατασταθούν στην Ολλανδία και τη Γερμανία. Την ίδια μέρα, λίγες ώρες μετά, διάβασα στην εφημερίδα Η Καθημερινή ένα κείμενο του κ. Ανδρέα Δρυμιώτη, ο οποίος χαιρόταν που έχουμε κυβέρνηση του Μητσοτάκη και δεν έχουμε πολλούς πρόσφυγες. Ο εν λόγω κύριος είχε δήθεν δει έναν εφιάλτη όπου κυβέρνηση ήταν ακόμα ο Σύριζα και γι’αυτό εν μέσω κορονοϊού είχαμε πολύ περισσότερους πρόσφυγες, που μας έφερναν περισσότερους κορονοϊούς, περιχαρής ξυπνούσε από τον εφιάλτη αυτόν και ανακουφισμένος έβλεπε τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωθυπουργό και ελάχιστους έως καθόλου πρόσφυγες στη χώρα. Στο μυαλό του κύριου Δρυμιώτη μία τρανς φιλόσοφος, με καταγωγή από την Αφρική και προσφυγικό παρελθόν θα ακούγεται μάλλον σαν ανέκδοτο.

Λίγες μέρες αργότερα στην ίδια έγκυρη εφημερίδα, αλλά και σε κάποιους τηλεοπτικούς σταθμούς (ALPHA, ΣKAΪ) κυκλοφορεί η είδηση ότι η Τουρκία ετοιμάζεται να μας στείλει παράνομους μετανάστες με κορονοϊό. Αυτοί, λέει, συνωστίζονται (άλλη λέξη - δυναμίτης των ημερών: η σημασία της λέξης συνωστίζομαι - συνωστισμός δηλώνει πλέον κίνδυνο), στα μικρασιατικά παράλια και ετοιμάζονται να μας μολύνουν, εισβάλλοντας με σάπιες βάρκες στη χώρα μας. Σατανική, γκεμπελικής υφής είδηση, αφού ταυτίζει την ομάδα που περισσότερο από όλους χρήζει προστασίας, δηλαδή τους πρόσφυγες, με έναν θανάσιμο κίνδυνο για την «υγιή» ελληνική κοινωνία. Ο ρατσιστικός λόγος χάνει τη μεταφορική του διάσταση και γίνεται κυριολεκτικός, οι μετανάστες δεν παρουσιάζονται ως εν δυνάμει μολυσματικοί λόγω πολιτισμικών διαφορών, αλλά κυριολεκτικά επειδή μεταφέρουν την αρρώστια. Επιπλέον μπαίνει και η Τουρκία, ο προαιώνιος εχθρός μας, στη συνταγή και το γλυκό πετυχαίνει, έτοιμο για το μάστερ σεφ του αρρωστημένου ελληνικού τηλεοπτικού mainstream, ειδησεογραφία από ρατσιστές για ρατσιστές, είδηση έτοιμη για κατανάλωση από ένα πλήθος, περήφανο που καταφέρνει με την άμεση προσαρμογή του στο καθεστώς υγειονομικής δικτατορίας να ρίξει την καμπύλη, κάτι σαν το έπος του σαράντα, μόνο που αντί για κρυοπαγήματα, εμείς πήραμε κιλά, από το καθισιό και τα πατατάκια. Ευτυχώς έχουμε πολλά στρατιωτικά σκάφη να μας φυλάνε από τις βάρκες με τους μολυσμένους πρόσφυγες. Ίσως σε κάποιους να ακούγεται υπερβολικό, αλλά εμένα όλο αυτό μου θύμισε τη μεσαιωνική πανούκλα, όταν έκαιγαν τις εβραϊκές συνοικίες γιατί πίστευαν ότι οι Εβραίοι δηλητηρίασαν τα πηγάδια. Πόσο μακριά είμαστε από αυτό το σημείο;

Εχθές στο κανάλι ALPHA ένας αστυνόμος στα διόδια της Ελευσίνας, λαϊκός τύπος, έλεγε αυθόρμητα για να περιγράψει ότι τα μέτρα έχουν φέρει αποτέλεσμα, ότι «Εντάξει μωρέ, ο Έλληνας θέλει και λίγο βούρδουλα για να χαλαρώσει». Η παρουσία της αστυνομίας είναι έντονη στο κέντρο της Αθήνας, τους βλέπω, όταν βγαίνω για τρέξιμο: μόνιμα σταθμευμένα περιπολικά στο Στάδιο και σχεδόν σε κάθε τετράγωνο στην Πανεπιστημίου, περιπολίες με μηχανάκια στα στενά της Πλάκας.  Προσωπικά με τρομάζει η αποδοχή του κόσμου στο καθεστώς αυτό, πότε και πώς θα σταματήσει και τι θα μας κληροδοτήσει άγνωστο προς το παρόν, αλλά κάποια σημάδια τα βλέπουμε ήδη:

#documentary #dystopia #εργασία από το σπίτι.

Συνέντευξη από μια φίλη που εργάζεται σε μεγάλη συστημική τράπεζα και για ευνόητους λόγους θέλει να παραμείνει ανώνυμη:

«H πλατφόρμα Teams της Microsoft, που έχει φτιαχτεί για ομαδική επικοινωνία και online meetings, ανοίγει στις 8 το πρωί και κλείνει το βράδυ στις 7 μμ. Στο γραφείο πηγαίναμε από τις 9π.μ. περίπου μέχρι τις 6μ.μ. το αργότερο. Δουλεύουμε δηλαδή περισσότερο τώρα. Με το πρόγραμμα αυτό, οι προϊστάμενοί σου μπορούν να δουν πότε μπαίνεις και πότε βγαίνεις και πόσο αποδίδεις. Μπορεί να σε καλέσουν ανά πάσα στιγμή και θέλουν να σε βρούνε εκεί, μπροστά στην οθόνη. Το μεσημέρι, αν και είσαι στο σπίτι σου, δεν μπορείς να ξαπλώσεις μισή ώρα, γιατι το στρες είναι μεγαλύτερο απ’ όταν δούλευες στο γραφείο. Στο γραφείο παίρνουμε χρόνο για διαλείμματα. Μας υποβάλλουν στην πίεση να είμαστε παραγωγικοί, ώστε όταν ανοίξει πάλι η αγορά να έχουμε προχωρήσει και να μην είμαστε στο ίδιο σημείο με πριν κι εγώ προσπαθώ γι’ αυτό. Υπάρχει ένταση.

Με την απώλεια της φυσικής παρουσίας χάνεται η αίσθηση του χρόνου, δηλαδή μπορεί να σου ζητήσουν το μεσημέρι να ετοιμάσεις κάτι για την επόμενη ημέρα, που χρειάζεται πολλές ώρες δουλειά και υπό κανονικές συνθήκες δεν θα το ολοκλήρωνες σε μία μέρα, γιατί το γραφείο κλείνει στις έξι και πρέπει να φύγεις, τώρα όμως από το σπίτι έχει αλλάξει αυτή η αίσθηση και πράγματι κάθεσαι και το κάνεις, με αποτέλεσμα να τελειώνεις την εργασία σου πιο αργά. Πράγματι εγώ εχτές τελειώσα δύο η ώρα τη νύχτα. Όμως το σπίτι μου δεν είναι μέρος εργασίας, το σπίτι μου είναι το καταφύγιο μου, είναι η ηρεμία μου, είναι ο χώρος που χαλαρώνω, και τώρα στον ίδιο χώρο πια δεν μπορώ να χαλαρώσω. Δεν μπορώ να χαλαρώσω γιατί υπάρχουν διάφορα μέσα με τα οποία ο άλλος τσεκάρει αν είσαι μέσα στην πλατφόρμα της τηλεεργασίας, αν είσαι μπροστά στον υπολογιστή την ώρα που σε καλούν, πόση ώρα θα κάνεις να απαντήσεις. Παρ’ όλο που έχει περάσει ο χρόνος που θα δούλευες, μπορεί να σε πάρουν τηλέφωνο ξανά το απόγευμα για να σε απασχολήσουν, υπό άλλες συνθήκες θα σου ζήταγαν συγγνώμη αν σε απασχολούν σε ώρα εκτός δουλειάς, ομως τώρα θεωρείται φυσιολογικό.»

Είναι αυτό το μέλλον της εργασίας; Θυμάμαι όταν είχε πρωτοβγεί το email, είχε ειπωθεί ότι θα δουλεύουμε τώρα λιγότερο διότι μειώνεται ο χρόνος της επικοινωνίας και έτσι θα έχουμε περισσότερο χρόνο για εμάς. Τι αστείο που ακούγεται αυτό σήμερα.

Τα παιδιά στο εργαστήριο σοκολάτας απέναντι από το σπίτι μου έχουν ρίξει μεν την παραγωγή, αλλά δεν έχουν κλείσει. Δουλεύουν με μειωμένο ρυθμό, ανοίγουν όμως και κλείνουν όποτε θέλουν αυτοί. Το ελεύθερο επάγγελμα, παρά τα ρίσκα του, μοιάζει να είναι καλύτερο για την ψυχική υγεία του ατόμου.

Αν και κάθομαι σπίτι όλη μερα, δεν αισθάνομαι ότι ξεκουράζομαι. Δεν βιώνω το zoom out, κατά την έκφραση της Λένας Κιτσοπούλου, παραγωγικά. Διαβάζω στη «Θεσσαλονίκη» του Mazοwer, στο κεφάλαιο για την πανούκλα, ότι η Θεσσαλονίκη την είχε περάσει χαλαρά, σε αντίθεση με την Κωνσταντινούπολη, όπου μια έξαρση της επιδημίας αυτής τον 18ο αιώνα είχε κρατήσει 65 χρόνια. Αναλογίζομαι αυτά τα 65 χρόνια σε αντιδιαστολή με τον ένα μήνα που είμαστε μέσα. Βέβαια τότε δεν ήξεραν οι άνθρωποι, η επιστήμη δεν είχε προχωρήσει, δεν υπήρχε πρόσβαση σε τρεχούμενο νερό για να πλύνουν τα χέρια τους. Ο ιός της γρίπης ανακαλύφθηκε μόλις τον εικοστό αιώνα, οι άνθρωποι παλαιότερα πίστευαν ότι οι θάνατοι οφείλονταν στην επιρροή των πλανητών γι'αυτό και η παλιά αγγλική λέξη για τη γρίπη είναι influenza, από εκεί προέρχεται η σημερινή λέξη flu. Διαβάζω σε διάφορα ρεπορτάζ πόσο καλό έχει κάνει στη φύση ο κορονοϊός και η παύση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ίσως αν δεν είχε εμφανιστεί να έπρεπε να τον εφεύρουμε. Ίσως πρέπει να επιβληθεί κάθε χρόνο ένας μήνας απόλυτης παύσης κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας, με κρατική χρηματοδότηση, όχι διακοπές όμως, με αεροπλάνα και βαπόρια, αλλά μια παύση όπως τώρα, σχεδόν απόλυτη, για να βοηθηθεί η φύση, στη ίδια λογική που οι θρησκείες, ως τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα άλλων εποχών, επέβαλαν τις νηστείες στον πληθυσμό, για να δώσουν χρόνο στα ζώα να αναπαραχθούν και να ρυθμίσουν τη διάθεση των τροφίμων.

Κοιτάζω πίσω τα ταξίδια των τελευταίων ετών με την περιοδεία της Καθαρής Πόλης. Τα τελευταία 3 χρόνια πηγαίναμε σχεδόν κάθε μήνα σε κάποιο φεστιβάλ (40 πόλεις σε 3 χρόνια). Θυμάμαι τα πρότζεκτ και τα συνέδρια που συμμετείχα στο εξωτερικό, και μου μοιάζει σαν ένας άλλος κόσμος. Πόσο αυτονόητα έμοιαζαν όλα και πόσο παράξενα φαίνονται τώρα· το στρες της έγκαιρης μετάβασης στο αεροδρόμιο, οι πτήσεις, τα ξενοδοχεία. Αν παραμείνουν οι κανόνες που ισχύουν αυτή τη στιγμή, όποιος θέλει να πάει σε άλλη χώρα θα πρέπει να υποβάλλεται κατά την άφιξη σε 14ήμερη καραντίνα. Άρα ένα πηγαινέλα στο Βερολίνο θα συνεπάγεται έναν μήνα καραντίνα, 14 μέρες εκεί και 14 εδώ. Οι εποχές που πηγαινοερχόμασταν φαίνεται να έχουν τελειώσει.  

Θα ζήσουμε φέτος καλοκαίρι; Θα μπορούμε να πάμε σε κάποιο νησάκι ή έστω να κάνουμε ημερήσιες εκδρομές στις παραλίες της Αττικής; Θα επιτραπούν ξανά τα θαλάσσια μπάνια; Θα πρέπει να κρατάμε απόσταση 1,5 μέτρου στις παραλίες ο ένας από τον άλλον; (Το ίδιο αυτό μπορεί να ισχύσει και στις θεατρικές και κινηματογραφικές αίθουσες: 1 θεατής ανα 4 καρέκλες, έτσι σε μια αίθουσα 200 ατόμων θα χωράνε μόνο 50). Σίγουρα φέτος θα δούμε τη χώρα διαφορετικά, χωρίς τουρίστες, για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες, όπως ήταν τη δεκαετία του 1950. Μια Ελλάδα περίπου όπως την περιγράφει ο Λακαριέρ, αλλά με πολλά κλειστά ξενοδοχεία. Στις ταβέρνες θα παίρνουμε μόνοι μας τις μπύρες από το ψυγείο. Θα είναι λογικά πιο φτηνά από πέρυσι, αλλά οι περισσότεροι δεν θα έχουν λεφτά για διακοπές, άσε που τι διακοπές να κάνεις, τι να διακόψεις; Η Αθήνα θα έχει σίγουρα κόσμο.

Μουρακάμι: «Μερικές φορές, όταν σκέφτομαι τη ζωή, αισθάνομαι σαν ένα κομμάτι ξύλο που έχει ξεβραστεί στην ακτή». 


Ανέστης Αζάς

Σκηνοθέτης

Ελλάδα

cover-3

Δεν υπάρχει κορωνοϊός

Ελένη Στρούλια



Προχτές σκάει η είδηση για τα κρούσματα στο συνοικισμό των Ρομά στη Λάρισα. Είμαι απ’ τη Λάρισα, παίρνω τηλέφωνα να δω τι γίνεται, μια συγγενής μου, νέα κοπέλα, λέει «είδες; Δεν υπάρχει κορωνοϊός!». Γιατί; Δεν είδες λέει, τον Τσιόδρα; Ήρθε εδώ και είχε τόσο κόσμο γύρω του, ούτε αποστάσεις ούτε τίποτα, δεν θα το έκανε αυτό αν υπήρχε κορωνοϊός.   

Το βαφτιστήρι μου, έφηβη, πάει κι έρχεται για μέρες, βόλτες σε πάρκα και πλατείες με φιλενάδες και γκόμενους. «Μα είμαστε έξω», λέει. Πάλι καλά, δεν λέει ότι κάθονται σε απόσταση 2 μέτρων. Στο σπίτι το δικό της και της παρέας της, υπάρχουν άνθρωποι που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.    

Άλλος γνωστός, δε λέω ονόματα, παίρνει όλη του την οικογένεια, γυναίκα και τρία παιδιά, και πάνε επίσκεψη - έκπληξη στους παππούδες. «Μα είναι κι αυτοί κλεισμένοι». Λες και τα σπίτια είναι θάλαμοι αποστείρωσης, κανείς δεν μπαινοβγαίνει για να πάει σούπερ μάρκετ, τράπεζα, δουλειά.   

Το μπαλκόνι μου βλέπει σε δρόμο κεντρικό. Το μόνο που επηρεάζει τους περιπατητές είναι ο καιρός. Με τη βροχή κάθονται μέσα, με τον ήλιο βγαίνουν. Ζευγάρια με παιδιά, πολλοί άντρες, λιγότερες γυναίκες, δυο – δυο. Στην πλατεία πιο πάνω, ένας χαμός. Δύο, τρία, έξι, εφτά άτομα στα παγκάκια, κυρίως νέοι και ηλικιωμένοι.

Δύο κυρίες με καρότσια της λαϊκής τα λένε μπροστά στην είσοδο της απέναντι πολυκατοικίας , πολύ κοντά η μία στην άλλη. Μπορεί να μένουν μαζί, σκέφτομαι. Δε μένουν μαζί, μετά από ώρα η μία μπαίνει μέσα κι η άλλη φεύγει. Ένας ηλικιωμένος κύριος περπατάει μόνος του, μάσκα κρεμασμένη στο λαιμό, φοράει γάντια και καπνίζει.  

Ένας φίλος λέει, «δεν γίνεται αλλιώς, όσο έχει καλό καιρό ο κόσμος δεν μπορεί να κάτσει μέσα». Ένας άλλος, «οι νέοι θα βγουν, οι ευάλωτοι θα πεθάνουν, και η ζωή συνεχίζεται». Είμαστε, λέει, ένα δέντρο, φυσάει κάπου - κάπου το αεράκι και ρίχνει ένα φύλλο, ε τώρα φύσηξε ένας δυνατός αέρας και πέφτουν πολλά φύλλα μαζί. Η διαδικασία επιταχύνεται, αλλά είναι φυσιολογική και συμβαίνει πάντα.

Εγώ μένω σπίτι. Μου φαίνεται περίεργο ότι υπάρχει κόσμος που βολτάρει, που βγαίνει απ’ το σπίτι για να πάρει καπουτσίνο, που δεν φοβάται μήπως αρρωστήσει, δεν σκέφτεται ότι θα ήταν πρόβλημα να πεθαίνουν κι εδώ χίλιοι άνθρωποι τη μέρα, όπως αλλού. Θα είμαι μάλλον υπερβολική ή φοβητσιάρα, αλλά ώρες - ώρες πείθομαι ότι εγώ, ο Σωτήρης Τσιόδρας και 3-4 φίλοι είμαστε οι μόνοι λογικοί άνθρωποι στη χώρα. Όταν περάσει το κακό θα βγούμε, η Αθήνα θα είναι σαν Τσέρνομπιλ, χορτάρια στην άσφαλτο. Θα μπούμε στα H&M και στον Κωτσόβολο, θα πάρουμε ό,τι μας γυαλίσει παρ’ όλο που θα είμαστε άφραγκοι, και η ζωή στον πλανήτη θα συνεχιστεί μόνο και μόνο χάρη στη δική μας υπευθυνότητα.


Ελένη Στρούλια

Σκηνογράφος - Ενδυματολόγος

Ελλάδα

92618852_217933536098065_6666445965366394880_n-1

Η τέχνη της αναβολής ή Περιστέρια

Ελένη Ευθυμίου



Το παρόν “ημερολόγιο καραντίνας” κατέστη μία υπέροχη ευκαιρία για να διαφοροποιήσω κάπως τον ρου των ημερών μου. Να περάσω μία λίγο πιο “ερευνητική” ημέρα με σκοπό να την καταγράψω. Ο στόχος της παρούσας παρουσίασης δεν είναι άλλος από την απλή καταγραφή και δεν περιλαμβάνει δομημένες σκέψεις μου για το πώς βλέπω κατασταλαγμένα όλη αυτή την αλλαγή της ζωής μας, ή έστω, η παρουσίαση αυτή δεν έχει αυτό το σκοπό παρ’ ότι ίσως ερήμην μου να φανερώνει πλαγίως συνειρμικές σκέψεις και ερωτήματα. Καλή λευτεριά μας αλλά κυρίως σκέψη και περισυλλογή για το πώς θα παραμείνουμε/ή θα γίνουμε ενωμένοι, δεν ξέρω αν οι πιο δύσκολες μέρες ήρθαν ακόμη… Ελπίδα σε κάθε περίπτωση, αυτή κινεί μπροστά.

(Σημείωση: Προτεινόμενος ήχος που θα μπορούσε να παίζει σε χαμηλή ένταση παράλληλα με την ανάγνωση του κειμένου)

9πμ. Χτυπάει για πρώτη φορά το ξυπνητήρι μου (είχα βάλει νωρίς το ξυπνητήρι για να περάσω μία γεμάτη μέρα ώστε να καταγράψω όσο γίνεται περισσότερα)

10:15πμ. Ανοίγω για πρώτη φορά τα μάτια μου. Πρώτη σχηματισμένη σκέψη-παραδοχή: Η αναβολή είναι μία μάχη που δίνουμε καθημερινά με τον εαυτό μας. Συχνά κερδίζει ο εαυτός μας.

Παρένθεση: είχε πάρει δέκα μέρες αναβολή και ένα deadline που παιδεύω τις τελευταίες μέρες, παλεύοντας να κρατηθώ σε εγρήγορση και μελετώντας κάθε μέρα διάφορα θέματα που με απασχολούν (α.επανάσταση-μεθοδολογία-σκέψεις πάνω στην αντίσταση απέναντι στα αυταρχικά συστήματα, β.φύση-σχέση φύσης ανθρώπου, οικολογική καταστροφή) έτσι η έννοια της αναβολής ήρθε αυτή τη φορά ως λύση στο πρόβλημα -τον καταναγκασμό να γεμίσουμε οπωσδήποτε τον δοσμένο χρόνο μπας και χάσουμε το τρένο- και όχι ως το πρόβλημα που πρέπει να λυθεί.

10:45πμ. Σηκώνομαι από το κρεβάτι. Και οι δύο σύντροφοι της ζωής μου ήρθαν να με ξυπνήσουν πολλές φορές. Εδώ ο ένας:

10:50πμ. Στην τουαλέτα. Προσπαθώντας να μειώσω καθημερινά στο ελάχιστο το χρόνο που εκθέτω τον εαυτό μου σε άσκοπη χρήση κινητού τηλεφώνου και οθόνης, έχω απενοχοποιήσει κάποια σημεία του σπιτιού και κάποιες ώρες της ημέρας (π.χ. μετά από πολλή μελέτη “επιτρέπεται” για λίγο). Η ώρα στο μπάνιο είναι η πιο απενοχοποιημένη. Πλην όμως είναι και μία καλή στιγμή για να καλημεριστώ με πολλούς αγαπημένους ανθρώπους με τους οποίους αυτή την περίοδο κρατάμε ενεργή μία “οικογενειακή” σχέση σε physical distancing φυσικά και μοιραζόμαστε σκέψεις για το παρόν και αστεία βίντεο. “Καλημέρα μαμά, μπαμπά, χαχα θεία Μαρία, καλημέρα Φωτεινή, Μάρα, Νίκο, Βικτώρια, σκέφτηκα αυτό Ελένη, είδες αυτό το βίντεο Ελισάβετ, κι εγώ σ’αγαπώ Μαρία, like Νίκο, Ιωάννα μου έλειψες, καρδούλα Γιώργο, χαρούμενη φατσούλα Βασίλη, κτλ.” Σ’ ενα περιοδικό εδώ, η σελίδα δείχνει μία ταινία που θα ήθελα να δω. Η λέξη “ζωντανοί” με κάνει να σκέφτομαι αν, στον προηγούμενο ρυθμό ζωής που είχαμε - και πιθανά θα ξαναέχουμε - , η λέξη ζωντανός αποτελεί ουσιαστικό ή επίθετο, ιδιότητα ή κατάσταση.

11:00πμ. Κοιτάω έξω από την κουζίνα. Σκέφτηκα και πάλι πως είμαστε τυχεροί που έχουμε κήπο με πράσινο έξω από την κουζίνα, ύστερα σκέφτηκα πώς είμαστε τυχεροί που έχουμε κουζίνα και σπίτι και τα λοιπά. Έξω από την κουζίνα λοιπόν ρούχα και σακούλες που πρέπει να περάσουν έξω τον απαιτούμενο χρόνο. Ωραίος καιρός. Το αποφάσισα, θα βγω βόλτα σε λίγο.

11:01πμ. Ήδη έτρωγα πρωινό. Αποφάσισα με αφορμή τον γάτο μου που ήρθε να με ξυπνήσει να παρατηρήσω σήμερα την παράλληλη ιστορία της φύσης πλάι στη δική μας περίπλοκη ιστορία. Σκέψη στο πρωινό: πρέπει επιτέλους να κόψω το γάλα αμυγδάλου μιας και συμβάλλει, δυστυχώς, στην οικολογική καταστροφή. Αυτό το λίτρο και τέλος. Είδα μία συνταγή για παρασκευή γάλατος βρώμης.

11:40πμ. Έκανα ένα μπάνιο (αχ το νερό, μπλα μπλα). Είναι ωραίο να κάνεις μπάνιο χωρίς να βιάζεσαι.

12:00μμ. Θα βάλω σήμερα ρούχα με ωραία χρώματα, πετρόλ με γκρι και κόκκινες κάλτσες για να ανέβει η (σε τι κατάσταση άραγε, διαρκώς μεταβαλλόμενη ή απόλυτα ήρεμη, ποικίλλει…) διάθεση.

12:15μμ.-1:15μμ. Μη καταγεγραμμένος χρόνος. Προφανώς χρόνος “αναβολής” της βόλτας.

1:15μμ. Βγήκα από το σπίτι. Αποφάσισα να πάρω άλλη διαδρομή από τη γνωστή, κυνηγώντας για αρχή τις πιο πράσινες γωνιές του Παγκρατίου. Κάθε γειτονιά, φαντάζομαι, θα έχει τις απρόσμενες μικρές γωνιές της, όπου η φύση υπάρχει και λογικά οργιάζει αυτή την εποχή, σε αντίθεση με τη δική μας κατάσταση ή ακόμα καλύτερα σε αντιδιαστολή με αυτήν. Είχα μία εβδομάδα να βγω έξω, κάτι ο μουντός καιρός, κάτι αυτή η ακαταμάχητη ανάγκη και ο καταναγκασμός για μη αναβολή σε όλα τα “δημιουργικά πράγματα” που μπορούσα να κάνω, τέλος πάντων το αμέλησα, το ανέβαλα.

1:30μμ. Θυμήθηκα πώς δεν είχα ενημερώσει το Κράτος για την ενόρμησή μου (6).

Γαμώτο και σιχαίνομαι αυτά τα μηνύματα. Τουλάχιστον με το χαρτί δεν υπάρχει  η επ΄ άπειρον καταγραφή. Τι να πεις, έστειλα το μήνυμα. Δε θα ξανασυμβεί, υπόσχομαι στον εαυτό μου. Εκείνη την ώρα περνούσα έξω από ένα pet shop. Μου άρεσε η κίνηση αλληλεγγύης του στα αδέσποτα και την απαθανάτησα. Εκεί μίλησα με τον πρώτο άγνωστο, έναν τυχαίο περαστικό.

-Ωραία κίνηση.

-Να δούμε, θα πιάσει τόπο; μου είπε. Χαιρετιστήκαμε (πήρα ένα σακουλάκι)

Θα πιάσει τόπο σκέφτηκα. Κάθε κίνηση αλληλεγγύης, όσο μικρή κι αν είναι, συμβαίνει για να υπενθυμίζει ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να δράσουμε και να βελτιώσουμε συλλογικά την ζωή μας και φυσικά για να θυμόμαστε πως δεν είμαστε μόνοι. 

* επ’ ευκαιρία κάποιες προτάσεις αλληλέγγυας δράσης:

Πώς να στηρίξουμε τους ανθρώπους στη Μόρια

Πώς να στηρίξουμε την οργάνωση “‘Αλλος Άνθρωπος” που προσφέρει φαγητό σε ανθρώπους που δεν έχουν στέγη

Βοήθεια στο Γηροκομείο Αθηνών

Δράσεις Αλληλεγγύης κατά την διάρκεια της καραντίνας

1:40 Κατευθύνομαι ασυνείδητα προς τη λαϊκή αγορά.  Έχω ανάγκη να δω κόσμο. Ομολογουμένως δεν ήταν λίγος ο κόσμος στους δρόμους σήμερα. Ήλιος και λαϊκή - τροπισμός.

Άνθρωποι που συνάντησα και χάρηκα:

  • Μία γνωστή μου που πήγαινε τρέχοντας από Πετράλωνα - Παγκράτι για να πιεί καφέ με μία φίλη.
  • Ένα παιδί που έκανε πλάκα στη μαμά του στο μπαλκόνι και γελούσαν.

Κακές σκέψεις με αφορμή άλλους ανθρώπους στο δρόμο:

  • Ένας κύριος εν ώρα εργασίας που πρόφερε τη λέξη “πακιστανός” σε συνδυασμό με γέλια.
  • Μία κυρία που έβηξε επάνω μου την ώρα που περπατούσα στο χώρο της λαϊκής.

Έφυγα.

2:00μμ. Κατευθύνθηκα προς το Άλσος Παγκρατίου. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι ήταν ανοιχτό. Μπήκα. Παραδέχομαι ότι δεν είχα πάει ποτέ. Δεν προλάβαινα παλιά και φυσικά όλο το ανέβαλα. Άνθρωποι χαρούμενοι. Άνθρωποι που άλλη ανάγκη οδήγησε τον καθένα στο Άλσος, αλλά φυσικά και η συλλογική ανάγκη λήψης βιταμίνης d. Ο καθένας και το δικό του “6”.

  • μία γυναίκα έγκυος πήγαινε πάνω κάτω
  • ένας κύριος έτρεχε
  • ένας πατέρας μιλούσε με τον ανάπηρο γιό του
  • συνοδοί κατοικίδιων ζώων περπατούσαν
  • γονείς βγάζαν βόλτα τα παιδιά τους
  • μία κοπέλα καθισμένη στο παγκάκι μιλάει στο τηλ: “Η δουλειά είναι δουλειά, κανονικά δουλεύουμε”…
  • δύο παππούδες στο παγκάκι φορώντας μάσκες και γάντια. Τι να σκέφτονται άραγε; Τι κόσμο παραδίνουμε στα παιδιά μας; ή Που καταντήσαμε; ή Τι ωραία μέρα σήμερα; ή Θα πεθάνουμε που θα πεθάνουμε τουλάχιστον ας μην είμαστε μαντρωμένοι ή… Δεν κρατήθηκα, η ποίηση της αγάπης τους ήταν παρούσα και τους τράβηξα μια φωτό:
  •  πιο κάτω ένας, μάλλον, άστεγος κύριος. Τον ρωτάω:

-Χρειάζεστε κάτι;

-Όχι

-Έχετε φάει;

-Ναι

-Έχετε φαΐ και για αύριο;

-Ναι, και ήταν τόσο ζεστό το χαμόγελό του που μάλλον αυτός μου πρόσφερε περισσότερα απ΄όσα εγώ.

2:30μμ. Στο Άλσος, νεκρά φύση σε δύο εικόνες - η μία προκαλεί περισσότερες θετικές σκέψεις και η άλλη περισσότερες αρνητικές:

2:45μμ. Στο ΑΤΜ. Το νοίκι τρέχει φυσικά. Βγάζω χρήματα. Πατάω τα κουμπιά μόνο με το ένα δάχτυλο και μετά βάζω ένα τζελ αντισηπτικό. Σκέφτομαι: η μαλακία (το τζελ) κολλάει στα χέρια, δηλαδή κάθε μαλακία κολλάει στα χέρια αλλά και αυτή η μαλακία κολλάει στα χέρια…τέλος πάντων…

2:55μμ. Στην Υμηττού. Περπατάω δίπλα στα κλειστά μαγαζιά: υπέροχα γκατζετάκια, φούστες, φουστάνια και δαντελωτά εσώρουχα, ντιζαϊνάτα γυαλιά ηλίου περίμεναν  κλειδωμένα πίσω από τη βιτρίνα, με λαχτάρα και πόθο να γίνουν και πάλι χρήσιμα. Αλήθεια, σκέφτομαι, τι από αυτά τα προϊόντα μου λείπει; θα ήθελα να πάω για ψώνια σήμερα; αρνήθηκα και εκείνη τη στιγμή η απάντησή μου ήταν ειλικρινής. Ο ήλιος ήταν πολύς και στάθηκα λίγο κάτω από ένα γαλάζιο κιόσκι που προσομοίαζε με τεχνητό τρόπο τον ουρανό. Ένιωσα σα να είμαι σε κάποιο θερινό κατάλυμα και χάρηκα. Σύγκρινα τα χρώματα του ενός μπλε με το άλλο μπλε. (φωτό τίτλου)

3:15μμ Σε ένα ιχθυοπωλείο. Πήγα να πάρω ψάρια. Είχαμε καιρό να φάμε θαλασσινά. Ένα μεγάλο ψάρι έπεσε από ένα ψηλό ράφι σε ένα άλλο χαμηλότερα. Αναρωτήθηκα τι μπορεί να σκεφτόταν το ψάρι πέρα από “έχω ανάγκη από οξυγόνο” λίγο πριν πεθάνει και ακινητοποιηθεί έτσι. Καταγράφω τη φράση Έχω ανάγκη από οξυγόνο.

3:35μμ. Ήρθε “εκείνος”, ο σύντροφός μου να περπατήσουμε πίσω παρέα. Σκέψη πρώτη:

α. πόσοι άνθρωποι έχουν αυτή τη στιγμή έναν “εκείνο”, μία “εκείνη” ή ένα “εκείνο” ή και περισσότερους/ες/α. Και για πόσους η μοναξιά είναι βασανιστική; ή υπέροχη; ή άραγε για πόσους η ύπαρξη ενός “εκείνου” είναι εξίσου ευχάριστη και λυτρωτική σε αυτή την καραντίνα-ζωή; και για πόσους η συνύπαρξη αυτές τις μέρες μοιάζει με μία “κεκλεισμένων των θυρών” ιστορία;

β. περπατήσαμε, μου έδειξε ένα δώμα όπου κάποτε, λέει, είχε πάει σε ένα πάρτυ εκεί. Του είπα: Χμ, δεν είχα έρθει, είχα δουλειά αλλά, λέω, δε θα σου ξαναπώ όχι όταν πας σε πάρτυ στο μέλλον.

γ. Κάτι συζητούσαμε και τον ρώτησα: Αλήθεια τι μέρα είναι σήμερα;

4:05μμ. Η γνωστή ρουτίνα όταν μπαίνεις σπίτι: τα παπούτσια έξω, τα ρούχα στην αυλή, σαπούνισμα σε κάθε συσκευασία, πετάμε τα χάρτινα

4:25μμ. και τώρα οι σαρδέλες στο νιπτήρα. Μοιάζανε για λίγο σα να κολυμπάνε πάλι. Σκέφτομαι ανθρώπους που “κολυμπάνε” με τον ίδιο τρόπο στο νερό. Πόσοι άραγε άνθρωποι;

5:30μμ. περίπου φάγαμε. Μοιάζουν τα γεύματα πιο πλήρη από ποτέ αυτές τις μέρες. Καθόλου σκουπίδια στη διατροφή μας και ποιοτικός χρόνος και ενέργεια να ετοιμαστούν. Μ’ αρέσει αυτό. Στο πιο φωτεινό δωμάτιο δουλειά και ύστερα φαί, ένα τραπέζι γεμάτο πρότζεκτ.

6:20μμ. Λίγος ακόμη ύπνος. Εντάξει πρώτα μία παρτίδα σκάκι στο κινητό (ε, αυτό δε μετράει σα χρόνος έκθεσης, είναι πνευματική άσκηση, γελάω).

7μμ. Ύπνος. Πότε άραγε είχαμε τόσο χρόνο να κοιμηθούμε χωρίς (πολλές) ενοχές; α, ναι, όταν ήμασταν παιδιά…

9μμ. Εντάξει, το παράκανα. Ο χαμένος χρόνος. Σκέψεις και ερωτήματα για το τι είναι ο “χαμένος χρόνος”. Που πάει όταν χάνεται;

9:15μμ. Θα γεμίσω διαφορετικά σήμερα το απόγευμα (ναι για μένα αυτές τις μέρες 9μμ. είναι απόγευμα).

Σημείωση: Αναρωτιέμαι τι θα σκέφτονταν οι δικοί μου παππούδες αν το ζούσαν όλο αυτό. Και για λίγο χαίρομαι που τα δικά τους “δύσκολα” χρόνια πέρασαν και είχαν πιο “αρμονικά” τελευταία χρόνια στη ζωή τους. Και που μπορέσαμε να πάμε όλοι οι συγγενείς και φίλοι στην κηδεία τους. Και…Αποφασίζω να τραγουδήσω λίγο. Δεν το κάνω τόσο συχνά τελευταία και μου λείπει. Το μόνο είναι που έπιασα ένα ξεχασμένο ακορντεόν και έπαιξα για πρώτη φορά- τέσσερις φορές μέσα σε μισό; ένα; ενάμισι μήνα; πόσο καιρό είμαστε εδώ; Παίζω ένα παλιό τραγούδι που άρεσε πολύ στους παππούδες, μοιάζουν να σημαίνουν άλλα τα λόγια του σήμερα. (Ωχ, είναι πολύ ερασιτεχνικό, η κιθάρα ουφ χάλια, ωχ δε λέει “φόβο” το τραγούδι - λέει “πόθους”, να το μοντάρω, να το φτιάξω, να το ενορχηστρώσω αλλιώς, αλλά…γιατί; δε χρειάζεται. δεν προορίζεται για προϊόν. όποιος θέλει ας το ακούσει. uncut.)

10:00μμ. Πέρασε μία φίλη-γειτόνισσα κάτω από το μπαλκόνι και τα είπαμε λίγο

-Πάω για περπάτημα. Έρχεσαι;

-Αύριο, της λέω, τώρα έχω να γράψω κάτι. Να σε πάρω μία φωτό; Ε, θα τη δημοσιεύσω, οκ; Θα είναι θολή, δε θα φαίνεσαι.

2:47πμ. Ακόμα γράφω το “ημερολόγιο καραντίνας”

Σημειώσεις:

  • σχετικά με ένα αυτοσχέδιο γλυκό που έφτιαξα ενδιάμεσα: γιαούρτι ανακατεμένο με λεμόνι και παγάκια και δύο κουταλιές λιωμένη μαύρη σοκολάτα. 
  • σχετικά με το βήξιμο της κυρίας πάνω μου στη λαϊκή: Για αρχή έκανα άμεσα μία δική μου “τεχνική”, γελάω - σταμάτησα για λίγο να αναπνέω και εξέπνευσα παρατεταμένα ότι είχα πάρει μέσα μου. Σκέφτηκα, μάλλον τώρα μπορεί και να αρρωστήσω. Και μετά αναλογίστηκα τι είναι η αρρώστια, με ποιόν τρόπο την έχουμε τοποθετήσει στη ζωή μας καθώς και με ποιό τρόπο έχουμε τοποθετήσει στη ζωή μας την ιδέα της φθοράς και του θανάτου. Πόσο συχνά ξεχνάμε το πόσο εφήμεροι είμαστε
  • σχετικά με τη λέξη περιστέρι στον τίτλο του ημερολογίου: Έξω από την τράπεζα καθώς περπατούσα είδα πάνω από πενήντα περιστέρια μαζεμένα σε ένα εξαιρετικά μικρό σημείο γης, να ποδοπατάει το ένα το άλλο για να τσιμπήσουν από ένα μικρό, κοινό πιάτο, σχεδόν (ή τελείως;) άδειο. Το θέαμα με έκανε να σκεφτώ
    -το μέλλον των ανθρώπων
    -το παρόν των ανθρώπων
    -τη σύνδεση περιστεριών και ανθρώπων: το περιστέρι εντελώς εξημερωμένο μοιάζει σαν άνθρωπος και ο άνθρωπος αντίστοιχα -στην παρούσα φάση- μοιάζει με εξημερωμένο περιστέρι-με απενερχοποιημένα τα φτερά-
    -τη λέξη ειρήνη - απουσία
    -πόσο ενδιαφέρον έχει ο ήχος που παράγουν, μοιάζει με ήχος από ηλεκτρονική σύνθεση για ταινία επιστημονικής φαντασίας, τα περιστέρια-διαστημική μουσική, μας καλούνε από το μέλλον.

4:00πμ. Ολοκλήρωσα το ημερολόγιο. Μάλλον θα κάνω ένα διάλειμμα τώρα. Λίγος κενός χρόνος ακόμη. Λίγη ακόμα αναβολή από το άγχος της όποιας επιτέλεσης. Λίγη ακόμα απλή, απογυμνωμένη ζωή. Μέχρι να ξυπνήσουμε από αυτό το όνειρο και να μπούμε σε ένα άλλο. Καληνύχτα. Καλημέρα. Ό,τι είναι εκεί.


Ελένη Ευθυμίου

Σκηνοθέτης - Ηθοποιός

Ελλάδα

cover-2

Πρόσωπα Ολόκληρα

Άρης Λάσκος



Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Απόγευμα.

Μιλάω με την Κόνυ στο τηλέφωνο. Είναι το σχεδόν καθημερινό μου τηλέφωνο, ένα από τα πολλά κάθε μέρα. Συνηθίζω αυτές τις μέρες που μιλάω συνέχεια στο κινητό, στο σταθερό και σε όλες τις εφαρμογές, σχεδόν πάντα, να περπατάω (άσκοπα) στο σπίτι, πάνω – κάτω και πάλι από την αρχή, με το κινητό στο χέρι και τα ακουστικά στα αυτιά και να μπαίνω – καθώς μιλάω – σε όλα τα δωμάτια. Συνηθίζω να αφήνω τα φώτα ανοιχτά. Μια παράλογη σπατάλη ή ανάγκη να νιώσω ότι το σπίτι έχει κι άλλη ζωή πέρα από εμένα;

Περίεργα πράγματα. Μιλάω και μπαίνω σε κάθε δωμάτιο. Στο υπνοδωμάτιο, στην κουζίνα, στο άλλο υπνοδωμάτιο, στο μπαλκόνι, στο μπάνιο.

Παράλογες πρακτικές.. μια φορά μάλιστα άρχισα να γδύνομαι από τη μέση και κάτω για να μπω στο μπάνιο, ξεχνώντας πως ήμουν σε βιντεοκλήση...

Περίεργα πράγματα. Η επαφή μας παραξένεψε.

Ηλεκτρονικές φωνές, ενίοτε με αλλοιώσεις, ενίοτε με διακοπές, εικόνα με κόκκο, καθυστέρηση ήχου. Αυτό το δράμα των ομαδικών συνομιλιών. Δεν μπορείς να διακόψεις, ο άλλος έχει καθυστέρηση ήχου. Μια παράξενη ευγένεια, μια αφύσικη εγκράτεια. Κακός φωτισμός, θολές κάμερες. Πότε πότε κάποιος λόγω κακής σύνδεσης μπαινοβγαίνει στη συνομιλία. Άλλος νευρικά, ενώ μιλάμε αλλάζει συνεχώς φίλτρα ή εφέ. Παιδιάστικα πράγματα. Σε άλλον φαίνεται μόνο το μισό πρόσωπο, σε άλλον λείπει η κορυφή του κεφαλιού. Ανάλογα το δωμάτιο και το βάθος της κάμερας.

Οι φίλοι μου, οι αγαπημένοι μου, οι γονείς μου, τα ανίψια μου, ο αδερφός μου μακριά και πάντα διαμεσολαβημένοι. Και αφύσικοι εν κινήσει. Γιατί μόνο στις φωτογραφίες είναι ευκρινείς. Αλλά εκεί δεν κουνιούνται.

Μου έλειψαν. Τα πρόσωπά τους. Κανονικά και ολόκληρα.

Συνειδητοποιώ πως όλες αυτές τις μέρες βλέπω συνεχώς το πρόσωπό μου.

Στον καθρέφτη, στις αντανακλάσεις στα παράθυρα, στην οθόνη στο Skype, ανάμεσα στα άλλα πρόσωπα στο messenger, στο Viber, στο Whatsapp, στο ασανσέρ που μπαίνω μόνος μου… Στη γιόγκα που κάνω μέσω Zoom (και ώρες ώρες νιώθω πως είμαι στο Blade Runner 2049).

Το μόνο πρόσωπο, ολόκληρο και φυσικοφανές, είναι αυτή η φάτσα που βλέπω συνεχώς μπροστά μου, που τα μαλλιά της μακραίνουν ανεξέλεγκτα… Το πρόσωπό μου. Ποτέ δεν είχα τόσο καθημερινή και επισταμένη και συνεχή παρατήρηση του προσώπου μου.. τα μάγουλα κάπως φουσκώνουν, το δέρμα γύρω από τη μύτη σκάει, συχνά είναι χλωμό… Ποτέ δεν έχω ξαναδεί τον εαυτό μου σε live action τόσο πολύ.

Περίεργα πράγματα. Σαν να με κινηματογραφώ και να με μοντάρω ταυτόχρονα. Παντού – για πρώτη φορά στη ζωή μου – βλέπω κάθε μέρα, για ώρα πολλή, δίπλα στον ηλεκτρονικό μου συνομιλητή και εμένα. Πως μιλάω, πως αντιδράω, πως χάνω τη συγκέντρωσή μου. Ο συνομιλητής πιο θολός, εγώ πεντακάθαρος.

Άλλα πρόσωπα ολόκληρα δεν βλέπω. Στον δρόμο είμαστε όλοι βιαστικοί και σχεδόν δεν διασταυρώνουμε τα βλέμματά μας. Κάποιοι κατεβαίνουν από το πεζοδρόμιο για να.. δεν ξέρω γιατί. Στο καφέ, στο σούπερ μάρκετ, στο ταχυδρομείο, στο βενζινάδικο, όλοι με μάσκα. Μισό πρόσωπο. Άλλοι με κασκόλ ή εσάρπα ως τη μύτη. Μισά πρόσωπα. Κλεισμένα.

Και σκέφτομαι πως αυτές τις μέρες μου έλειψε ένα πρόσωπο άλλο. Ένα πρόσωπο ολόκληρο. Κούτελο, μάτια, μύτη, στόμα, πηγούνι, μάγουλα, κρόταφοι, χωρίς φίλτρο. Χωρίς επεξεργασία. Αλλά όπως το έβλεπα εγώ. Όπως το κοιτούσα.

Βαρέθηκα να με βλέπω συνέχεια.

Επίσης, δεν θέλω άλλο να βλέπω πρόσωπα μισά. Με τρομάζει η σκέψη πως τα πρόσωπα θα μείνουν μισά. Σχεδόν όχι πρόσωπα. Αλλά κάτι άλλο, με κάτι ξένο προσαρμοσμένο πάνω του. Φοβάμαι κιόλας μήπως αυτή η αίσθηση των σκυφτών προσώπων μείνει και μετά.

Ο καιρός χαλάει. Δεν γράφω άλλο.

Δευτέρα 6 Απριλίου

Απόγευμα.

Στο αέναο σκρολάρισμα πέφτω πάνω σε αυτή την φωτογραφία.

Περίεργα πράγματα. Γιατροί που πλέον τους καταλαβαίνεις μόνο από τη στολή – πρόσωπο δεν υπάρχει -  βγάζουν μια φωτογραφία. Και από κάτω υπάρχει αυτή η λεζάντα.

«Γιατροί σε νοσοκομείο του Ισραήλ έβαλαν στο στήθος φωτογραφίες τους για να βλέπουν οι ασθενείς το πρόσωπό τους. Να ξέρουν ποιον έχουν μπροστά τους.»

Η σκέψη επανέρχεται. Εμείς στην καραντίνα, άλλοι μόνοι τους στα νοσοκομεία. Ότι ζούμε είναι αναίρεση της ζωής μας. Κι άξαφνα μείναμε όλοι μόνοι μας. Με τον εαυτό μας.

«Να ξέρουν ποιόν έχουν μπροστά τους»

Πόσο ζωτική αυτή η λειτουργία.

Κι άξαφνα ένας άλλος συνειρμός. Σε ποιο διάγγελμα μας μίλησαν για «αόρατο εχθρό»; Σκέφτομαι τελικά. Πόσο φόβο μας προκαλεί το άγνωστο. Πόσο άγριο να προχωράς στα σκοτεινά. Να μην έχεις όλη την εικόνα.

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

Έχω καταστρατηγήσει τους κανόνες. Δεν έγραψα για μια μέρα. Αλλά έγραψα για μια σκέψη που με ακολουθεί μέρες. Σ’ αυτό το συνεχές παρόν, δεν τα πάω καθόλου καλά με τις προθεσμίες. Χάνω την αίσθηση του χρόνου. Μετά από 2 αναβολές, σήμερα, στην εκπνοή του χρόνου , κάνω ένα τελευταίο editing στο κείμενο αυτό και κάνω μια ευχή:

να ξαναδούμε σύντομα.

Καθαρά. Αφιλτράριστα. Πρόσωπα (κι ας χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά) ολόκληρα.

Όλα τα μισά να γίνουν ολόκληρα. Και τα «αόρατα», ορατά.


profile photo credit: Αναστασία Γιαννάκη

Άρης Λάσκος

Ηθοποιός - Σκηνοθέτης

Ελλάδα


profile photo credit: Αναστασία Γιαννάκη

Copyright 2020 ©PLAYS2PLACE